Άμεση Δημοκρατία: Ο τόπος ανάμεσα στο σωστό και στο λάθος
Της ΔΗΜΗΤΡΑΣ ΚΩΣΤΑΓΙΩΡΓΟΥ
Να
μην γίνει η εξέγερση μια στιγμή
της κυριαρχίας
Του Μ.Γ.
Χώροι
και άνθρωποι
Του ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΜΑΓΟΥΛΑ
Πότε ήρθες;
Του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΚΟΥΣΤΑ
Η πλατεία Συντάγματος και το πρόταγμα της Άμεσης Δημοκρατίας
Του ΜΑΚΗ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΑΤΟΥ
ΑΜΕΣΗ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ: Ο ΤΟΠΟΣ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟ ΣΩΣΤΟ
ΚΑΙ ΣΤΟ ΛΑΘΟΣ
Κλωθογυρίζοντας
στο μυαλό μου, μετά τα γεγονότα του
Συντάγματος το καλοκαίρι που μας πέρασε,
το πόσο καθοριστικό είναι για το κίνημα
το να αποφασίζει με αμεσοδημοκρατικές
διαδικασίες, συμμετείχα σε διάφορες
συζητήσεις που περιείχαν ακριβώς αυτό
το θέμα. Τελικά, το ερώτημα είναι πώς
μπορεί ο “κόσμος του κινήματος” να
έρθει πιο κοντά με τον “εν δυνάμει κόσμο
του κινήματος” χωρίς να πράξει τα ίδια
λάθη;
Οι μεν πρώτοι χρόνια κλεισμένοι σε μια μανιέρα αντίστασης, σε ένα στείρο “παλιακό” λόγο διακηρύξεων εξ ονόματος των “τίμιων” αγωνιστών, σε ένα αδιόρατο δίχτυ “μίσους” που σε απομακρύνει από τη βαθύτερη διάσταση των γεγονότων και εν τέλει τη βαθύτερη κατανόηση του σήμερα. Λυπάμαι πολύ που θα το πω αλλά η διαλεκτική (όποια και αν είναι αυτή, την ψάχνω στα λαμπρά σφαγεία των δρόμων...) έχει εκλείψει. Και δυστυχώς έχει αντικατασταθεί με τη “διαλλακτική”, που σημαίνει ότι ο αντικαπιταλιστικός χώρος γενικά (πιάνοντας από την αναρχία μέχρι και τις καθεστωτικές δυνάμεις της αριστεράς) προσπαθεί απεγνωσμένα να πλησιάσει τον κόσμο, αλλάζοντας ρούχα κάθε φορά και χαμηλώνοντας συνεχώς την ποιότητα αυτών των ρούχων (κάποιοι βέβαια φοράνε εδώ και 100 χρόνια τα ίδια ρούχα, αυτά τα σκισμένα, λιωμένα και ραμμένα μόνο για τα μέτρα τους) όσο προσπαθούν να πιάσουν συνεχώς αυτή την πολυπόθητη μαζικότητα.
Οι δεύτεροι, ο κόσμος που τόσα χρόνια ήταν στην απάθεια, εγκλωβισμένος στην πρόσκαιρη “ευημερία” του, είχε μέχρι πριν λίγο αυταπάτες για τους πολιτικούς και το σύστημα, και τέλος πάντων μέχρι πρότινος πίστευε ότι η τηλεόραση είναι “παράθυρο στον κόσμο” και δεν τολμούσε να βγει από το δικό του το παράθυρο.
Δυστυχώς ή ευτυχώς, οι μεν και οι δε έχουν τεράστιες ομοιότητες.
Τελικά, δεν μπόρεσε η Αριστερά να χειραφετήσει ένα σημαντικό κομμάτι κόσμου ώστε να είναι κάθε φορά ο φορέας του διαφορετικού, αλλά είναι ο φορέας του παλιού και κυρίως του αποτυχημένου κομματιού του παλιού. Οι αριστεροί είναι και αυτοί, στην πλειοψηφία τους, “κανονικοί” άνθρωποι με συντηρητισμούς και μικροαστισμούς, με τα πάνω τους και τα κάτω τους, με βαρεμάρα και εσωστρέφεια, και οι περισσότεροι από αυτούς απογοητευμένοι από τις “αστικές μηχανορραφίες” και τους “γραφειοκρατισμούς” έχουν απομακρυνθεί με ένα τρόπο από την κεντρική πολιτική σκηνή, η οποία σημειωτέον δεν είναι οι εκλογές. Κάθε φορά στις μεγάλες πορείες βλέπω τα ζωντανά “φαντάσματα” της ταξικής πάλης. Άνθρωποι με οξυμένα συναισθηματικά αντανακλαστικά, χωρίς συναισθηματική ωριμότητα όμως, ακροβατούν ανάμεσα στην επιβίωση, την κατάθλιψη και στην πάλη για ενεργό συμμετοχή. Κάθε φορά έρχονται να συναντήσουν το “ένδοξο” παρελθόν τους και ανακαλύπτουν μετά λύπης τους ότι κάτι τους πνίγει τη φωνή. Καντάρια ιδεών και αναζητήσεων που παραμένουν κρυμμένα στα σεντούκια των μυαλών τους γιατί ξέρουν από τα πριν ότι θα αποτελέσουν τη μειοψηφία του κινήματος.
Κάπως έτσι είναι και ο εν δυνάμει κόσμος του κινήματος. Μόνο που αυτοί, στην πλειοψηφία τους, δε γνώρισαν καμιά συλλογικότητα. Για τη μεν πρώτη περίπτωση ισχύει το “γνώρισα τους ανθρώπους και αγάπησα τα ζώα”, και για τη δε δεύτερη, “αγάπησα τα ζώα γιατί δε γνώρισα τους ανθρώπους”.
Η
συνάντηση των ...δυο ξένων
Ξαναγυρνώντας, λοιπόν, στο ζήτημα της άμεσης δημοκρατίας, θυμάμαι ένα φίλο, χρόνια αγωνιστή και ενεργό στο κίνημα, που χαρακτήρισε την όλη αναζήτηση περί άμεσης δημοκρατίας τελείως απαξιωτικά. Αυτός ονειρεύτηκε ένα άλλο Σύνταγμα όπου αυτός και οι συναγωνιστές του θα παίζουν τον καθοριστικό ρόλο στο που θα πάει τελικά. Ξέχασε, όμως, δυο πράγματα. Για να συμβεί αυτό, δύο προϋποθέσεις πρέπει να υπάρξουν. Πρώτον, να ξεκουνήσουν οι συναγωνιστές του από τη συνηθισμένη τους μανιέρα και να πάνε στο Σύνταγμα. Και δεύτερον, να εξαφανιστούν όλοι οι υπόλοιποι από το Σύνταγμα και να μείνει αυτός και οι συναγωνιστές του. Ονειρεύτηκε ένα Σύνταγμα όπου “χίλιοι καλοί χωράνε” και προσπάθησε να συμβιβάσει τα ασυμβίβαστα για να το καταφέρει, αλλά τελικά έμεινε μόνο ένα χαρτί που δεν εκφράζει συνολικά κανένα.
Εγώ ονειρεύτηκα ένα Σύνταγμα όπου θα συγκεντρώνονταν οι χαμένες φωνές των ανθρώπων που γνώρισα εντός και εκτός κινήματος. Αυτές οι πνιγμένες φωνές από τη γραφειοκρατία, την ακολουθία της ιεραρχίας, την καθημερινή απαξίωση και την κούραση. Ένα Σύνταγμα όπου θα έβγαιναν στην επιφάνεια όλα τα κρυμμένα και “ανίερα” θέλω για μια άλλη κοινωνία. Μια κοινωνία κόκκινη από ζωή και όχι από το “θάνατο” της μιζέριας και της κακομοιριάς, της ηρωοποίησης και φετιχοποίησης προγραμμάτων, ειδικών, επαγγελματιών και “προσωπικοτήτων”.
Το Σύνταγμα, έτσι όπως εξελίχθηκε μέχρι τώρα μας διέψευσε και τους δυο. Με όλα τα αρνητικά και θετικά πρέπει να του αναγνωρίσω όμως ένα πράγμα. Το γεγονός ότι έβαλε το πρώτο λιθαράκι για τη συνάντηση των δυο ξένων. Και αυτό το λιθαράκι είναι η προσπάθεια και αναζήτηση για την άμεση δημοκρατία και τις μορφές και περιεχόμενα που μπορεί αυτή να πάρει για να απελευθερώσει τον καθένα από τα δικά του και από άλλα δεσμά. Για μένα, η άμεση δημοκρατία είναι ένας τόπος ανάμεσα στο σωστό και στο λάθος. Έχει σημασία σε αυτόν τον τόπο να φέρουμε τις ιστορικές μας μνήμες ο καθένας, με την ελπίδα ότι όπου πατήσαμε λάθος μάθαμε από τον πόνο. Αυτός ο τόπος υπάρχει, όχι όσο τον φανταζόμαστε σε ένα όνειρο καλοκαιρινής νύχτας, αλλά όσο τον κάνουμε πράξη παντού.
Δήμητρα
Κωσταγιώργου
ΝΑ ΜΗΝ ΓΙΝΕΙ Η ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΜΙΑ ΣΤΙΓΜΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑΣ
Το
κίνημα των πλατειών δεν είναι ένα (ακόμα)
«αντικείμενο προς μελέτη». Είναι
βιωματική εμπειρία και για να μιλήσει,
να κρίνει ή να κατανοήσει κανείς το
«φαινόμενο» πρέπει να το έχει «ζήσει».
Η ιστορική κίνηση είναι δημιουργική και μαγματική. Δεν μπορεί να χωρέσει σε μια λογική νομοτέλειας. Μπροστά μας διανοίγεται το άγνωστο και το μόνο καθοριστικό ίσως είναι η θέληση μιας ισχυρής κοινωνικής πλειοψηφίας όχι απλά για αλλαγή και ανατροπή αλλά για ρητή αυτοθέσμιση. Το σύνολο των κοινωνικών θεσμών, σημασιών, νοηματοδοτήσεων πρέπει να ξανατεθεί στην δημιουργική αμφισβήτηση ανθρώπων που θέλουν να γίνουν πολίτες, δηλαδή να καθορίσουν οι ίδιοι τις τύχες τους.
Υπάρχουν οι προϋποθέσεις και οι ενδείξεις μιας τέτοιας δυναμικής από το «πολύχρωμο» πλήθος των πλατειών; Μόνο εν μέρει, θα λέγαμε. Ο βασικός λόγος είναι ότι το κίνημα των πλατειών είναι ένα πέρα για πέρα «μεταβατικό» φαινόμενο. Ταλαντεύεται ανάμεσα στο παλιό και το προς-ανάδυση καινούριο. Ανάμεσα στα στερεοτυπικά δεδομένα της κυρίαρχης ιδεολογίας-είτε της «συστημικής» είτε της αριστερής αντανάκλασής της. Ανάμεσα στις κυρίαρχες σημασίες του μικροαστικού κομφορμισμού, της κατανάλωσης και της θεαματικής υποταγής και κάποιων «προκατασκευασμένων» σχημάτων, ιδεολογικών και πρακτικών, μιας οιονεί αμφισβήτησης και κριτικής της κυριαρχίας που είναι από καιρό πλέον ενσωματώσιμη.
Αυτό το γεγονός-που εκδηλώνεται και ως κρίση της αριστεράς στην σοβούσα κρίση-είναι ένας ορίζοντας που δοκιμάζει τις γνωστές συνταγές της «πρωτοπορίας-ηγεμονίας-καθοδήγησης» και εκφράζεται μέσα από την έστω σπαργανική επανεμφάνιση του προτάγματος της αυτονομίας. Αναδεικνύει όμως ταυτόχρονα και τους κυριότερους περιορισμούς που ο λόγος και η πρακτική της αμεσο-δημοκρατικής πραγμάτωσης αντιμετωπίζουν: εμμονή στην ανέξοδη θεωρητικολογία, και μάλιστα με όρους μιας «copy/paste» επιφανειακής οικειοποίησης εννοιολογικών σχημάτων και εργαλείων που έχουν αναπτυχθεί από άλλους σε άλλες συνθήκες (ενδεικτική η κατάχρηση των εννοιών του πλήθους ή η εκ των υστέρων ανακάλυψη της καστοριαδικής σκέψης) και η πεποίθηση για μια «fast track» ανατροπή.
Άλλωστε θα ήταν παράδοξο δεκαετίες κυριαρχίας των νεοφιλελεύθερων δογμάτων και της μεταμοντέρνας ασημαντότητας να ακυρωθούν σε λίγες βδομάδες ή μήνες. Οι κοινωνικο-ιστορικές μεταβολές είναι πραγματικά «γεωλογικού» τύπου: αργές και σχεδόν ανεπαίσθητες, συσσωρεύουν όμως κολοσσιαία ποσά ενέργειας που εκτονώνονται απρόβλεπτα και κατακλυσμιαία. Παρόλο που οι τεκτονικές πλάκες έχουν τεθεί σε βίαιη κίνηση κανείς δεν μπορεί να προδικάσει το σχήμα του κόσμου που έρχεται.
Κι αυτό είναι επίσης μια καθοριστική συνιστώσα της ανθρώπινης δημιουργίας. Ότι εμείς απλά μπορούμε να καθορίσουμε την κατεύθυνση της κίνησής μας. Η θέση του Αριστοτέλη για την «φύση ως αρχή ιδιο-κίνησης» εξακολουθεί να έχει πλήρη ισχύ. Κίνηση που φυσικά δεν είναι απλά κίνηση στον χώρο αλλά, κυρίως, στον χρόνο-εννοούμενη ως αυτοαλλοίωση.
Το κίνημα των πλατειών, στον βαθμό που έχει δημιουργήσει ήδη κάποια σπέρματα θέσμισης, θα πρέπει να αναδείξει ακριβώς αυτά τα στοιχεία που προσδιορίζουν την αυτοαλλοίωση της κοινωνίας στην κατεύθυνση της χειραφέτησης και της αυτονομίας: αυτοοργάνωση, αντι-ιεραρχικότητα, άμεση συμμετοχή και ευθύνη. Εν ολίγοις μια «δικτυακή» δομή, πλαστική αφενός στα «τοπικά», μερικά χαρακτηριστικά κάθε κλίμακας αλλά και ικανής να συγκροτεί μια καθολική έκφραση της διαδικασίας της αυτοθέσμισης.
Μαζί με τα στερεότυπα των αριστερών οργανωτικών σχημάτων πρέπει να καταρρεύσουν και εκείνα τα στοιχεία μαζικοποίησης που καθιστούν τις κινηματικές δράσεις ευάλωτες από τα μέσα ελέγχου που το σύστημα διαθέτει. Για παράδειγμα είναι πολύ προτιμότερο να επιδιώκονται αποκεντρωμένες δράσεις στα διάφορα επίπεδα του εργασιακού και κοινωνικού χώρου από τις εθιμικές μαζικές συγκεντρώσεις που απλά εκθέτουν αυτή τη μαζικότητα στην ευχερή διαχείριση των κατασταλτικών μηχανισμών. Αντίστοιχα, μικρής κλίμακας-αλλά συντονιζόμενες-παρεμβάσεις και δράσεις εγκαθίδρυσης «αντιδομών» σε διάφορα πεδία της καθημερινότητας πιθανόν να έχουν πολύ μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα από μεγάλης κλίμακας «επεμβάσεις» στην «κεντρική» πολιτική σκηνή.
Από την εποχή που ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής έχει περάσει στο επίπεδο της συσσώρευσης θεάματος, κάθε κινηματική δράση υπόκειται στον κίνδυνο να μην αποτελεί παρά μια στιγμή της κυριαρχίας. Το μόνο που μπορεί να αποτρέψει αυτόν τον κίνδυνο είναι να κατανοήσουμε μια και καλή ότι αν και δεν μπορούμε να προδιαγράψουμε την κίνηση της ιστορίας είμαστε οι αποκλειστικά υπεύθυνοι γι’ αυτήν!
Μ.Γ.
ΧΩΡΟΙ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ
Το
κίνημα των πλατειών είναι μία πολιτική
έκφανση αντίστασης και συνάμα αντιπρότασης
αρκετά ασυνήθιστη. Πολλά έχουν ειπωθεί
για το ετερόκλητο των ανθρώπων που
συνέρρευσαν στους ανοικτούς χώρους και
συμμετείχαν στις λαϊκές συνελεύσεις,
για το ανομοιογενές των κινήτρων και
των πολιτικών και κοινωνικών στόχων,
για την ψυχαναλυτική και πολιτιστική
αξία της επανακοινωνικοποίησης ανθρώπων
που μέχρι τώρα πολιτικοποιούνταν εκ
του μακρόθεν, ενώ το ενδιαφέρον τους
για τα κοινά περιοριζόταν στην ακρόαση
των τηλεοπτικών μονολόγων. Το κυριαρχικό
στις αναλύσεις του φαινομένου
ερώτημα/δίλημμα εάν η συρροή αυτή
προκλήθηκε λόγω των σφοδρών οικονομικών
και πολιτικών συγκείμενων ή λόγω της
ανάγκης επαναπροσδιορισμού της πολιτικής
και λόγω της ανάδυσης του αμεσοδημοκρατικού
προτάγματος είναι κατ’ ουσίαν ψευδές.
Μετατοπίζει την πολιτική στη διάσταση
της θεωρίας και την αποξενώνει από τον
ουσιώδη χαρακτήρα της: την πράξη.
Είναι βέβαια αλήθεια ότι οι αντιφατικές και κεντρομόλες ροπές του κοινοβουλευτισμού και του καταστροφικού οικονομικού συστήματος που αυτός υπηρετεί έπρεπε για πολλούς να αποκαλυφθούν με την προφάνεια της σημερινής δυσβάσταχτης υλικής πραγματικότητας για να συνδεθεί το αίτιο με το αιτιατό, δηλαδή η λογική της ανάθεσης και του εφησυχαστικού ευδαιμονισμού με την κοινοβουλευτική ολιγαρχία και τον τόσο ανθρώπινα απάνθρωπο καπιταλισμό. Εξ ου προκύπτει το αγωνιώδες και αδήριτο αίτημα: «να πάρουμε τις ζωές μας στα χέρια μας». Αυτό δεν μπορεί να αποτιμηθεί ως απλή ρητορεία, δεδομένης της μέχρι τώρα διάρκειας του φαινομένου των πλατειών. Σημειωτέον, η συνάθροιση σε ανοικτές συνελεύσεις ξεκίνησε πολλούς μήνες πριν τον Μάη του 2011. Τελικά ήταν ο χώρος και η οικειοποίησή του ο παράγων που μετέτρεψε μία ανερμάτιστη –όσο δυναμική κι αν ήταν– διαμαρτυρία σε πολιτική προοπτική.
Ακόμη και ο 20ός αιώνας βρίθει παραδειγματικών αμεσοδημοκρατικών εγχειρημάτων με ανατρεπτικό προορισμό. Αυτό που διαχωρίζει ίσως τις πλατείες –αυτή τη στιγμή, ή μάλλον κατά τους πρώτους δύο μήνες– από τα Σοβιέτ και τα εργατικά συμβούλια είναι η ταυτιστική συμβολοποίηση του χώρου. Ενώ οι διαδικασίες άρχιζαν τις πρώτες μέρες να μορφοποιούνται με ποικίλες παλινδρομήσεις, αστοχίες και καθυστερήσεις, αυτό που ζυμώθηκε σ’ έναν μεγάλο βαθμό ομοιογενώς ήταν η ιδέα ιδίως της πλατείας Συντάγματος ως ένα πολιτικό πείραμα στο μαλακό υπογάστριο της πτωχευμένης κεντρικής πολιτικής. Η ιδέα αυτή εκκινεί από τη δυνατότητα που παρασχέθηκε σε άτομα να εκφραστούν χωρίς προαπαιτούμενα και μάλιστα έχοντας ένα αρκετά μεγάλο κοινό που ακούει, κρίνει, επιδοκιμάζει και απορρίπτει. Οι ατομικότητες αυτές –όσο κι αν υπονομεύτηκαν από σχεδιασμούς οργανώσεων και κομμάτων που προσέτρεξαν στις πλατείες ως «παραδοσιακά καθ’ ύλην αρμόδιες για την εκφορά του αντιπολιτευτικού λόγου»– διατηρήθηκαν σε μεγάλο βαθμό αυτόνομες και συγκρότησαν αυτόβουλα συλλογικότητες επειδή ακριβώς στάθηκε καταλυτική η επίδραση του χώρου ως δημόσιου πλέον κεκτημένου το οποίο αρνείται να υπόκειται σε θεσμικές και πεπατημένες συνταγές αλλά εξαρτάται κάθε φορά από τις συγκυρίες.
Μέσα από αυτές τις διαδικασίες και παρά την προϊούσα και ίσως παροδική απομαζικοποίηση, η υποστασιοποίηση πλέον των χώρων των πλατειών ως προνομιακών τόπων άσκησης αδιαμεσολάβητης πολιτικής υποδεικνύει ότι, ακόμη κι αν ένα μεγάλο ποσοστό των ανθρώπων που πέρασαν από αυτές είχαν ως πρωταρχικό στόχο την καταγγελία, η χρήση του δημόσιου χώρου ως τέτοιου ανέδειξε την επικαιρότητα και προπάντων την ορθότητα του αμεσοδημοκρατικού προτάγματος. Η καθημερινή επαφή και η στενή συνεργασία ατόμων άγνωστων μεταξύ τους χωρίς την προηγούμενη γνώση των ιδιοτήτων του καθενός σ’ έναν χώρο που ως δημόσιος δεν ανήκει σε κανένα, ενώ ταυτόχρονα η χρήση του παραδίδεται σε όλους, ούσα εκ φύσεως αντιιεραρχική, δεν θα μπορούσε παρά να έχει σαν αποτέλεσμα την παραδοχή του αυτονόητου της αμεσοδημοκρατικής διαδικασίας.
Η πλατεία έγινε ένα μέρος της ζωής μας. Στο πλαίσιο λοιπόν αυτό αμεσοδημοκρατικής λειτουργίας της πλατείας αρχίζει και γεννιέται η ανάγκη επέκτασής της σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινότητάς μας: εργασία, παιδεία, συναλλαγή, κατοικία. Αυτό είναι πλέον το μεγάλο στοίχημα, το πέρασμα από τη διαδικασία στην πραγμάτωση του προτάγματος.
Χαράλαμπος
Μαγουλάς
ΠΟΤΕ
ΗΡΘΕΣ;
Δεν υπάρχει τρόπος να μιλήσω για την εμπειρία μου από την Πλατεία Συντάγματος, χωρίς να σου παραθέσω ένα σημαντικό στοιχείο: Είμαι συστηματικός αναγνώστης, μεταφραστής και συγγραφέας επιστημονικής φαντασίας. Πράγμα που πρακτικά σημαίνει ότι ποτέ στην ζωή μου δεν μπόρεσα να θεωρήσω την υπάρχουσα κοινωνική οργάνωση και το πολιτικό σύστημα που την αναπαράγει σαν ακλόνητα και αιώνια “δεδομένα”.
Πήγα στην Πλατεία και κάθισα στα πλακάκια του Συντάγματος, θέλοντας πιο πολύ να ακούσω παρά να μιλήσω. Να κοιτάξω τα πρόσωπα των ανθρώπων κι όχι τα χέρια τους που μούτζωναν. Στα σαρανταπέντε μου, δεν πίστευα πως είχα κάτι να προτείνω στην πιτσιρικαρία που κινούσε την πλατεία -και έδειχνε να επιστρέφει στην κοινωνία μετά το τραύμα που έζησε με την δολοφονία Γρηγορόπουλου- διεκδικώντας να υπάρξει σε μια χώρα που συστηματικά την αγνοούσε.
Αναγνωρίζω πως αυτή η ανάγνωση του “Φαινομένου Σύνταγμα” μπορεί να δείχνει -ή και να είναι- εξαιρετικά περιορισμένη. Ελπίζω κάποτε να υπάρξει μια τίμια και ειλικρινής ιστορική καταγραφή όσων έγιναν από τις 25 Μαΐου στο Σύνταγμα και στις υπόλοιπες πλατείες αυτής της ρημαδοχώρας. Υπάρχουν μερικές χιλιάδες ιστορίες που αξίζει να ειπωθούν, μερικές δεκάδες χιλιάδες συνειδήσεις που άλλαξαν από ελάχιστα έως δραματικά, μερικές εκατοντάδες χιλιάδες σώματα που στάθηκαν όρθια -μαζί και χώρια- απέναντι σε ένα κατασταλτικό μηχανισμό που χρησιμοποίησε -ταυτόχρονα ή διαδοχικά- την προπαγάνδα, την εμφύτευση “προβλημάτων”, την σπίλωση και την απροκάλυπτη βία.Και μερικά εκατομμύρια σκέψεις που έγιναν με αφορμή αυτήν την μαζική ανακατάληψη του δημόσιου χώρου που για πολύ καιρό είχε εγκαταλειφθεί κι έγινε πάλι διεκδικήσιμος μετά την εξέγερση του 2008. Εκατομμύρια σκέψεις για την αντίσταση, την προσωπική επιβίωση, τον νόμο, την πολιτική και τον ρόλο της, την κοινωνία και τον ωκεανό που είναι. Τελικά, αντιγράφοντας τον Douglas Adams, για την Ζωή, το Σύμπαν και τα Πάντα...
Το κείμενο αυτό είναι ένας ατέλειωτος πρόλογος. Και θα μείνει σε αυτό το επίπεδο γιατί σιγά-σιγά το Σύνταγμα με άλλαξε, διεκδικώντας τη συμμετοχή μου στην λειτουργία του. Ακόμα με κρατάει εκεί, είμαι και νιώθω μέλος της Λαϊκής Συνέλευσης και της Θεματικής Άμεσης Δημοκρατίας. Δεν είμαι ψυχρός, ούτε αντικειμενικός απέναντί του. Σήμερα που γράφω αυτές τις γραμμές δεν μπορώ καν να πω με βεβαιότητα αν υπάρχει ακόμα ή αν ολοκλήρωσε τον ιστορικό του κύκλο αφού δεν κατάφερε να αντιμετωπίσει τα εσωτερικά, αλλά και τα “φυτευτά” του προβλήματα.
Αυτό που ξέρω σίγουρα είναι πως τα εκατομμύρια σκέψεις, τα εκατοντάδες χιλιάδες σώματα, οι δεκάδες χιλιάδες συνειδήσεις και οι χιλιάδες ιστορίες που γεννήθηκαν στις πλατείες όλου του κόσμου γονιμοποίησαν ένα παρόν που σίγουρα είναι η “κρίσιμη μάζα” για το όποιο αύριο θα ζήσουμε όλοι μαζί.
Και τελικά το ερώτημα “Πότε ήρθες;” δεν έχει απολύτως καμιά αξία. Αν η απάντηση είναι μια κοινωνία ελευθερίας, ισότητας, αυτονομίας και αλληλεγγύης, τότε η ερώτηση σίγουρα δεν είναι ούτε ανόητη, ούτε απλοϊκή. Κι αν η μελλοντική κοινωνία που θα προκύψει από την σημερινή μας δράση καταλήξει να είναι αμεσοδημοκρατική, τότε οι λύσεις στα προβλήματά της θα έχουν σίγουρα μεγάλο ενδιαφέρον...
Παναγιώτης
Κούστας
Η ΠΛΑΤΕΙΑ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΟΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Αν το
Σύνταγμα “έληγε” χτες, σήμερα θα
μιλούσαμε για μια ήττα, μια που δεν
κατάφερε αυτά που προσδοκούσαμε από
αυτό, αλλά και για μια νίκη, γιατί μέσα
από τις λαϊκές συνελεύσεις του και τον
πολιτικό του λόγο, έφερε μερικά βήματα
μπροστά τους ανθρώπους που το έζησαν
από κοντά και όχι μόνο. Αυτό που κατακτήθηκε
στις λαϊκές συνελεύσεις του Συντάγματος
είναι πως οι άνθρωποι συζητούν μεταξύ
τους και προσπαθούν να δώσουν λύσεις
στα προβλήματά τους, αμφισβητώντας στην
πράξη τους θεσμικούς τρόπους επίλυσής
τους, τα κόμματα και τον γραφειοκρατικό
συνδικαλισμό. Μια τέτοια διαδικασία
είναι σίγουρο πως είναι χρονοβόρα και
επίπονη, αλλά είναι επίσης σίγουρο πως
είναι στη σωστή κατεύθυνση.
Μετά τις 25 Μαΐου, άρχισαν να γίνονται λαϊκές συνελεύσεις σε γειτονιές της Αττικής και σε πόλεις σε όλη την Ελλάδα, μεταφέροντας τις ιδέες και το κλίμα του Συντάγματος. Αυτές έδωσαν την εμπειρία στους ανθρώπους που συμμετείχαν μέσα από την άμεση δράση για τα τοπικά τους ζητήματα, να αποκτήσουν δεσμούς αναμεταξύ τους, και να νοιώσουν την αλληλεγγύη στην πράξη. Αυτές οι σχέσεις που αναπτύχθηκαν σε αυτές τις συνελεύσεις είναι παρακαταθήκη για το μέλλον και είναι μια ακόμα επιτυχία του Συντάγματος.
Μια ακόμη μεγαλύτερη επιτυχία, είναι πως το Σύνταγμα έβαλε και το ζήτημα για την Άμεση Δημοκρατία. Σε μια μαζικότατη συνέλευση, αυθόρμητα, προέκυψε η λέξη “άμεση”, αντί “πραγματική” και ψηφίστηκε, σχεδόν με απόλυτη πλειοψηφία. Ήταν ίσως η πιο μεγάλη στιγμή της πλατείας. Έκανε το ιστορικό χρέος που της αναλογούσε. Έστειλε το μήνυμα και αυτό ταξίδεψε σε όλη την Ελλάδα και σε όλο τον πλανήτη. Σήμερα πλέον η Άμεση Δημοκρατία συζητείται σε όλες τις συνελεύσεις ανά τον κόσμο και οι άνθρωποι αρχίζουν να την εφαρμόζουν. Η συμβολή της πλατείας Συντάγματος σε αυτό είναι καθοριστική.
Μια ακόμα επιτυχία της πλατείας (όχι τόσο σημαντική) είναι η γέννηση και η πορεία της θεματικής συνέλευσης Άμεσης Δημοκρατίας. Το πλαίσιο λειτουργίας της το εφαρμόζουν άλλες συνελεύσεις στην Ελλάδα και στον κόσμο, καθώς και το κείμενο “Αρχών και Θέσεων για την Άμεση Δημοκρατία” έχει κυκλοφορήσει σε όλα τα σημεία του πλανήτη και είναι η συνεισφορά της στο παγκόσμιο κίνημα. Η θεματική προσπαθεί να προτείνει αντιδομές και εφαρμογές της Άμεσης Δημοκρατίας παντού, στους χώρους εργασίας, στους χώρους εκπαίδευσης, στο ζήτημα της αυτάρκειας σε τροφή και ενέργεια, της αλληλέγγυας οικονομίας και του αυτοθεσμισμένου νομίσματος, προσπαθώντας να δικτυωθεί με μη ιεραρχικές συλλογικότητες και συνελεύσεις γειτονιών.
Αυτές τις συνελεύσεις οφείλουμε να τις ενισχύουμε και να προστατεύουμε τις Αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες τους, μαθαίνοντας από τα λάθη του Συντάγματος, όπου η Άμεση Δημοκρατία απέτυχε να εφαρμοστεί σε όλα τα επίπεδα. Αρκετές φορές η συνέλευσή της καπελώθηκε και παρασύρθηκε σε λάθος στόχους. Είναι φυσικό όμως κάτι τέτοιο, αφού οι περισσότεροι άνθρωποι που συμμετείχαν σε αυτήν έχουν γαλουχηθεί στην ανάθεση και την αντιπροσώπευση και δεν είναι έτοιμοι για αυτοκυβέρνηση και αυτοθέσμιση. Στους υπόλοιπους, που ήθελαν να τολμήσουν τη “βουτιά προς τον ουρανό” και πίστεψαν στην Άμεση Δημοκρατία, έλειπε η πολιτική εμπειρία και η οργάνωση για να μπορούν να αντιμετωπίσουν επαρκώς τους εχθρούς της (κράτος, κόμματα, μ.μ.ε., ματ) που καλά οργανωμένοι την σαμποτάρουν με κάθε τρόπο από την πρώτη στιγμή, μέχρι και τώρα, για να αποτύχει στην πράξη.
Εδώ αξίζει να σημειωθεί πως σε κάποιες συνελεύσεις στην Ελλάδα και τον κόσμο βρήκαν λύσεις και η Άμεση Δημοκρατία στις συνελεύσεις τους είναι πρόταγμα και όχι μόνο διαδικασία όπως σε όλες τις υπόλοιπες πλατείες. Μήπως ήρθε η ώρα η πλατεία Συντάγματος να ολοκληρώσει αυτό που ξεκίνησε;
Μάκης
Παπαδημητράτος
Ο Φάκελος: Εμπειρίες και σκέψεις από τις πλατείες δημοσιεύτηκε στο 6ο τεύχος της εργατικής εφημερίδας ΔΡΑΣΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου