Από τη Λατινική Αμερική μέχρι τη Μαδρίτη και την Αθήνα πολλοί «νέοι κόσμοι» είναι ήδη εδώ!
Του Κώστα Χαριτάκη
Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, αρχής γενομένης από τη Λατινική Αμερική, έχει κάνει την εμφάνισή του, σε παγκόσμιο επίπεδο, ένας νέος τύπος πολιτικής. Ένας τύπος πολιτικής που έχει ως κεντρικό στοιχείο του, σε αντίθεση με παλιότερους τύπους πολιτικής που επιβιώνουν κυρίαρχα και σήμερα στην Αριστερά, όχι απλώς τη διαμαρτυρία (κοινοβουλευτική ή κινηματική), όχι απλώς τη διεκδίκηση δικαιωμάτων, ούτε ακόμη μια ιδεολογική επαγγελία, αλλά την άμεση πράξη της δημιουργίας κοινωνικών σχέσεων, μορφών κοινότητας, ζωνών και χώρων, που τείνουν να αποσπαστούν από την κυριαρχία του κράτους και του κεφαλαίου και να αποδοθούν στην κοινωνία για τις δικές της ανάγκες και επιθυμίες. Έχει ως κεντρικό στοιχείο, δηλαδή, τη δημιουργία ενός ολόκληρου τρόπου ζωής, βασισμένου στην αλληλεγγύη, την άμεση δημοκρατία και τη συνεργατική δραστηριότητα, σε αντιπαράθεση με την αλλοτριωμένη και εκμεταλλευτική εργασία, τη χειραγώγηση δια της αντιπροσώπευσης και την εμπορευματοποίηση όλων των πτυχών της ζωής μας.
Στην πραγματικότητα, αυτός ο τύπος πολιτικής δοκιμάζει αν μπορούμε να ζήσουμε διαφορετικά. Αν μπορούμε να καταστήσουμε περιττά την κρατική κηδεμονία, την κεφαλαιακή εκμετάλλευση, το χρήμα, την αγορά, το εμπόρευμα, την ιδεολογία. Κι αυτό όχι ως θεωρητικά μαθήματα κάποιων πρωτοποριών προς εκπαίδευση των πληβείων, αλλά ως πράξη, άμεση δράση, συλλογική δημιουργία. Πρόκειται για ένα τεράστιο κοινωνικό πειραματισμό, που μακριά από το να οδηγεί σε ιδανικές καταστάσεις, προσεγγίζει την υπόθεση της χειραφέτησης με τον τρόπο που περιγράφει ο Ραούλ Ζιμπέκι: όχι ως σκοπό, αλλά ως τρόπο ζωής.
Κατειλημμένα εργοστάσια που αυτοδιαχειρίζονται εργάτες χωρίς αφεντικά, κατειλημμένες από ακτήμονες γεωργικές εκτάσεις που λειτουργούν στα πλαίσια κοινοτήτων αλληλεγγύης και αγώνα, συνεργατικές ανέργων, απελευθερωμένες εδαφικές ζώνες, ανεξάρτητες κοινωνικές μορφές οργάνωσης της παιδείας και της υγείας, οριζόντια δίκτυα άμεσης επαφής με τους παραγωγούς και ανταλλαγών έξω από την επικράτεια της αγοράς, καταλήψεις κτιρίων και πάρκων στα αστικά κέντρα, ελεύθερα κοινωνικά κέντρα, αυτοδιαχειριζόμενοι αστικοί αγροί, και πλήθος άλλων μορφών που ξεπηδούν καθημερινά, υφαίνουν πια έναν δαιδαλώδη παγκόσμιο ιστό, έναν ολόκληρο κόσμο μέσα, έξω ή δίπλα στον κυρίαρχο κόσμο. Το παλιό σύνθημα «ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός» μάλλον πρέπει να αντικατασταθεί με το «ένας άλλος κόσμος είναι ήδη εδώ». Ή, ακριβέστερα, «πολλοί άλλοι κόσμοι είναι ήδη εδώ»!
Δεν πρέπει να πέσουμε και μεις στην παγίδα της αντιπαράθεσης «δύο κόσμων», του ήλιου και του σκότους, που με πολλές παραλλαγές ήταν και είναι το κοινό μοτίβο μιας ειδυλλιακής ομογενοποίησης του κόσμου υπό τη διεύθυνση του κεφαλαίου ή υπό τη διεύθυνση της εργατικής τάξης. Ασφαλώς, η καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση σάρωσε τα πάντα στο διάβα της, και έχει οδηγήσει στην απομύζηση όλων των κοινών φλεβών της ανθρωπότητας από την αισχρή μειοψηφία του πλούτου και της εξουσίας. Αλλά η απάντηση σε αυτό το μεγαλύτερο όλων των εποχών έγκλημα κατά της ανθρωπότητας δεν είναι μια άλλη ομογενοποίηση του κόσμου υπό τη φωτισμένη ηγεσία κάποιων δήθεν απελευθερωτικών εξουσιών. Η απάντηση είναι μάλλον η ανάπτυξη και ο συντονισμός πολλών κόσμων μέσα στον ίδιο κόσμο, που θα ανατινάξουν τελικά την κυριαρχία του ενός και μοναδικού κόσμου της ιδιοκτησίας και του εμπορεύματος.
Είναι, λοιπόν, που σε αυτούς τους νέους πολλούς κόσμους που αναπτύσσονται τα τελευταία χρόνια,
εκατομμύρια άνθρωποι σε όλη τη γη αυτοεκπαιδεύονται στην ελευθερία και στην αδιαμεσολάβητη κοινωνική συνεργασία. Και εν μέσω κρίσης, όπου καταρρέουν οι υλικοί όροι της ζωής και της αναπαραγωγής μεγάλων τμημάτων της κοινωνίας, και μαζί τους καταρρέει και το συμβολικό σύμπαν της εργασίας και της δημοκρατίας, ο δρόμος αυτής της αυτοεκπαίδευσης αναδεικνύεται και σε μοναδικό δρόμο για να μην βουλιάξουμε στο τέλμα μια αβέβαιης επιβίωσης με τα μέσα του συστήματος αλλά να επανακτήσουμε ολόκληρη τη ζωή.
Η σημερινή επιθετική ανασύνταξη των δυνάμεων του συστήματος, στο όνομα της κρίσης, η προσπάθεια να μπουν τα πάντα (άνθρωποι, γη, φυσικοί πόροι, γνώση) βίαια στο χωνευτήρι μιας νέας «πρωταρχικής συσσώρευσης» για την εξασφάλιση ενός νέου γύρου καταστροφικής κοινωνικά και περιβαλλοντικά ανάπτυξης, τείνει να μας οδηγήσει σε μια κατάσταση «γυμνής επιβίωσης» (παραφράζοντας τον όρο του Αγκάμπεν «γυμνή ζωή»). Μια κατάσταση, δηλαδή, όπου εκατομμύρια αποκλεισμένοι από τα ίδια τα μέσα της επιβίωσής τους θα μάχονται απλώς για την αναπαραγωγή τους, είτε πολεμώντας τους ακόμη πιο αδύναμους, τους ξένους, τους διαφορετικούς, τους διάφορους αποδιοπομπαίους τράγους που θα του παρουσιάζουν τα ΜΜΕ (αυτή είναι η αντιδραστική εκδοχή που τροφοδοτεί τις νεοφασιστικές τάσεις), είτε διεκδικώντας από το σύστημα, από το κράτος και το κεφάλαιο, τα μέσα της επιβίωσης (αυτή είναι η προοδευτική εκδοχή της Αριστεράς).
Και στις δύο περιπτώσεις, όμως, αυτό που θα έχει χαθεί είναι η ίδια η ζωή. Η ζωή με όλον εκείνο τον πλούτο των προσδιορισμών και των δυνατοτήτων ανάπτυξης, η ζωή για την οποία αξίζει να επιβιώνει κανείς. Η επανάκτηση της ζωής, το να εγερθούμε πάνω από το νεοφεουδαρχικό στάτους της «γυμνής επιβίωσης», απαιτεί κάτι ριζικά διαφορετικό από αυτό που μας προσφέρουν ως πολιτική επιλογή ο αστισμός αλλά και η Αριστερά. Απαιτεί αυτόν τον νέο τύπο πολιτικής της χειραφέτησης που ανιχνεύουν τα παραδείγματα που αναφέρθηκαν, το να μπει, δηλαδή, στο κέντρο της αμφισβήτησης η ίδια η εξάρτησή μας από τα μέσα του κράτους και του κεφαλαίου. Γιατί η μεγαλύτερη δύναμη που διαθέτει η κυριαρχία δεν είναι η καταστολή, αλλά η απόλυτη εξάρτηση της ζωής μας από την αγορά, το χρήμα, την ιδιοκτησία και το κράτος. Είναι ό,τι μας εμποδίζει να οργανώσουμε και να φανταστούμε την ικανοποίηση των αναγκών και των επιθυμιών μας με άλλους τρόπους από αυτούς που μας μετατρέπουν καθημερινά σε πειθήνιους εργαζόμενους, μαζικούς καταναλωτές, ναρκωμένους τηλεθεατές και υπηκόους-ψηφοφόρους, δηλαδή σε «δωρητές» πλούτου και δύναμης προς τους πάνω.
Αυτό, επομένως, που θα μπορούσε ίσως να ήταν μια πραγματική επαναστατική χειραφετική προοπτική για τις σύγχρονες εξεγέρσεις, είναι η συνένωση του αιτήματος για ελευθερία και αυτοκαθορισμό με την επανάκτηση της ζωής και των κοινών αγαθών. Καθώς από τις αραβικές εξεγέρσεις μέχρι τις πλατείες της Ισπανίας, και μέχρι ακόμη τη δική μας πλατεία Συντάγματος, η απαίτηση της ελευθερίας ξαναμπαίνει στο ιστορικό προσκήνιο, αυτή τη φορά όχι ως αστική δημοκρατία αλλά ως απαίτηση αυθεντικής έκφρασης των κάτω και επαναδημιουργίας της κοινής βάσης της ζωής και της κοινωνίας, ανοίγεται μια μοναδική ιστορική πρόκληση: η ελευθερία μπορεί να βγει έξω από τις αναπαραστάσεις των κυρίαρχων ή αντιπολιτευόμενων ιδεολογιών, να αναζητηθεί πέρα από την απραγματοποίητη δημοκρατία του κοινοβουλευτισμού, των κομμάτων, των συνδικάτων και όλων των αντιπροσωπευτικών θεσμών, και, παράλληλα, πέρα από το φαντασιακό της καταναλωτικής αφθονίας, της οικονομικής ανάπτυξης και της εμπορευματικής πληρότητας.
Μοιάζει σαν το «πλήθος» να βγήκε από τις σελίδες των βιβλίων του Νέγκρι και να ξεχύθηκε στους δρόμους. Αυτή η «υπερχείλιση», άμεσα ορατή, από τα τεράστια μεταναστευτικά ρεύματα μέχρι τις εφόδους του κόσμου στο δημόσιο χώρο, δεν δοκιμάζει μόνο τα μέσα ελέγχου και καταστολής της κυριαρχίας, δείχνοντας ότι πάντα υπάρχει οδός διαφυγής από τα κελιά της εξουσίας. Βάζει σε δοκιμασία και όλες τις παλιές ταυτοποιήσεις των κοινωνικών υποκειμένων, που ειδικά στην Αριστερά, εξακολουθούν να μετρούν τον κόσμο με τα μέτρα και τα σταθμά των παλιών ταξινομήσεων, ιεραρχιών, και μεταφυσικών «ιστορικών αποστολών» που είχε εντυπώσει η παλιότερη περίοδος του καπιταλισμού. Γιατί άραγε κανένα κόμμα, κανένα συνδικάτο, καμιά οργάνωση ή πρωτοπορία, δεν μπορεί να κινητοποιήσει ούτε ένα ελάχιστο μέρος από τον κόσμο που φαίνεται να κινητοποιεί το facebook και τα άλλα μέσα «κοινωνικής δικτύωσης»; Γιατί το «πλήθος» συνενώνει μοναδικότητες, όχι ταυτότητες.
Έτσι κι αλλιώς όλες οι παλιές ταυτότητες έχουν διαρρηχθεί: η νομαδικότητα δεν αφορά μόνο τη μετανάστευση· αφορά και την εργασία και συνολικά τους όρους ζωής. Με αυτή την έννοια «είμαστε όλοι μετανάστες», χωρίς χαρτιά, χωρίς δικαιώματα, χωρίς πατρίδα. Οι δύο βασικές φιγούρες του μεταπολεμικού καπιταλισμού και της Αριστεράς, ο πολίτης με τα εγγυημένα τυπικά πολιτικά δικαιώματα και ο εργάτης με τους εγγυημένους όρους αγοραπωλησίας της εργατικής δύναμης, σαρώνονται από την προσπάθεια του κεφαλαίου και του κράτους να ανασυστήσουν την εκμετάλλευση και την κυριαρχία πέρα από κάθε κοινωνικό και φυσικό όριο και φραγμό. Έτσι, η είσοδος στην πολιτική και στο κίνημα δεν γίνεται πλέον μέσω κάποιων εδραιωμένων ταυτοτήτων και των ιδεολογιών που τους «αντιστοιχούν» αλλά μάλλον μέσω της άμεσης προσωπικής αναζήτησης νοήματος, έκφρασης και επικοινωνίας. Αυτή η νέα πολιτικοποίηση οδηγεί σε ένα εξατομικευμένο, αλλά όχι μοναχικό πια, πλήθος. Οι νέες πολιτικές ομαδοποιήσεις συστήνονται εν θερμώ, είναι κινητικές και ευμετάβλητες, μπορεί να μην έχουν δέσμευση και προοπτική αλλά έχουν πάθος.
Πώς λοιπόν θα επαναοριστεί η πολιτική, όταν εκλείπουν τα μεγάλα ενοποιημένα πολιτικά σώματα, όπως ο «λαός» ή η «εργατική τάξη», από τα οποία αντλούσε νομιμοποίηση και των οποίων την ενιαία θέληση υποτίθεται ότι εκπροσωπούσε; Η παλιά πολιτική της αντιπροσώπευσης και της διεκδίκησης αναγνώρισης δικαιωμάτων από το κράτος και το κεφάλαιο στηριζόταν στην επιβεβαίωση των ταυτοτήτων και στη διεύρυνση της ισχύος τους. Η συμμετοχή στο κίνημα και στους αγώνες της Αριστεράς ήταν ένας τρόπος να διατρανώσουμε την ταυτότητά μας και να διεκδικήσουμε μεγαλύτερη αναγνώρισή της από το σύστημα· δεν οδηγούσε στην υπέρβαση των κοινωνικών ιεραρχιών και των ιεραρχιών γνώσης και εξουσίας. Και, επίσης, άφηνε άθικτη την καθημερινή ροή της ζωής να κυλάει στις ράγες της αστικής ομαλότητας. Παράλληλα, λειτουργούσε ομογενοποιητικά, στο όνομα της σφυρηλάτησης της ενιαίας θέλησης του λαού ή της τάξης, και επομένως εξομαλυντικά και κατασταλτικά για οτιδήποτε διέφερε ή υπερέβαινε την επιβαλλόμενη ομοθυμία. Η μορφή του κόμματος, ως του «υποκειμένου που γνωρίζει», συμπυκνώνει χαρακτηριστικά αυτές τις αρχές.
Αντίθετα, η νέα πολιτική της χειραφέτησης που κυοφορείται εμπνέεται από άλλες στοχεύσεις: συμμετέχουμε ακριβώς για να απεκδυθούμε τις ταυτότητες και τις κοινωνικές θέσεις που μας χορηγεί το σύστημα, ακριβώς για να υπερβούμε τις διαιρέσεις, τους καταμερισμούς και τις ιεραρχίες που μας επιβάλλει, ακριβώς για να αλλάξουμε την καθημερινή ζωή. Γι' αυτό ακριβώς, σε αυτόν τον τύπο πολιτικής δεν ταιριάζει η μορφή κόμμα αλλά η αμεσοδημοκρατική συλλογικότητα, δεν ταιριάζει το κέντρο που αποφασίζει αλλά η οριζόντια αλληλεπίδραση του δικτύου, δεν ταιριάζουν οι παγιωμένοι θεσπισμένοι ρόλοι αλλά η ελεύθερη συνεισφορά όλων που υπονομεύει τους ρόλους. Δεν υπάρχει ο «μεγάλος Άλλος» (για να δανειστώ έναν όρο της ψυχανάλυσης)· «εμείς είμαστε αυτοί που περιμέναμε».
Οι Μαδριλένοι καταληψίες της πλατείας δελ Σολ το διατύπωσαν ωραία: «Αν δεν μας αφήσετε να ονειρευτούμε, δε θα σας αφήσουμε να κοιμηθείτε». Αλλά πρέπει να πάμε ακόμη πιο πέρα: να οργανώσουμε την απεξάρτησή μας από την κυριαρχία των εμπορευμάτων και της μεγα-μηχανής του κράτους, να ανοικοδομήσουμε τη ζωή μας με τα δικά μας ανεξάρτητα μέσα, με κοινότητες αγώνα, αλληλεγγύης, αξιοπρέπειας, ελευθερίας και συνεργατικής δημιουργίας. Υπερασπιζόμενοι τα «κοινά», απελευθερώνοντάς τα από τις περιφράξεις της ιδιοκτησίας και της εξουσίας, επαναδημιουργώντας τα συλλογικά και ισότιμα ως ελεύθερα δημόσια αγαθά για όλους.
Τοποθέτηση στη συζήτηση με θέμα «Κοινωνικοί και εργατικοί αντιθεσμοί: Εμπειρίες και προοπτικές», που έγινε στα πλαίσια του B-Fest στις 27 Μαΐου 2011, με τη συμμετοχή των Ραούλ Ζιμπέκι και Σταύρου Σταυρίδη