Κοινός αγώνας για
συνολική ρήξη με τους εργοδότες, η
μοναδική νικηφόρα διέξοδος
Ο αγώνας των εργαζομένων
του τηλεοπτικού σταθμού Άλτερ, έχει
περάσει στην πλέον κρίσιμη φάση του.
Ειδικότερα μετά τον ορισμό προσωρινής
νέας διοίκησης, τα μέλη της οποίας είναι
της απολύτου εμπιστοσύνης του
μεγαλομετόχου Γ. Κουρή οι προοπτικές
για την εξεύρεση λύσης μόνο ως ευοίωνες
δεν μπορούν να χαρακτηριστούν. Αφενός
διότι θεωρείται δεδομένη η άρνηση της
ιδιοκτησίας να ικανοποιήσει τα οικονομικά
αιτήματα των εργαζομένων με την καταβολή
των δεδουλευμένων, αφετέρου διότι αν
τελικά υπάρξει επόμενη ημέρα με τους
όρους του Γ. Κουρή, το μέλλον προδιαγράφεται
εξαιρετικά ζοφερό.
Οι μαζικές απολύσεις
, οι μειώσεις μισθών με την ταυτόχρονη
επιβολή ατομικών συμβάσεων εργασίας
είναι στόχοι οι οποίοι έχουν εδώ και
καιρό εξαγγελθεί. Συνεπώς η μάχη για
την καταβολή των δεδουλευμένων δεν
μπορεί να είναι ασύνδετη με το εργασιακό
τοπίο της επόμενης ημέρας. Δεν μπορεί
να υπάρξει συμβιβασμός και σε περίπτωση
που στο τραπέζι των δ για διαπραγματεύσεων
πέσουν χρήματα, εάν ταυτόχρονα δεν
υπάρξουν οι απαραίτητες εγγυήσεις
για το μέλλον των 650 εργαζομένων του
σταθμού. Εγγυήσεις οι οποίες θα
διασφαλίζουν όχι μόνο ότι δεν θα
επιβληθεί καθεστώς γαλέρας σε επίπεδο
μισθών και εργασιακών σχέσεων, αλλά
ταυτόχρονα θα διαμορφώνουν προϋποθέσεις
άσκησης εργατικού ελέγχου τόσο στις
δομές του καναλιο΄΄υ όσο και στο
περιεχόμενο αυτό καθαυτό της ενημέρωσης.
Βεβαίως οι στόχοι αυτοί είναι απολύτως
συνδεμένοι με το γενικότερο πολιτικό
γίγνεσθαι και με την κατάσταση που
επικρατεί συνολικά στο χώρο του Τύπου.
Εδώ βρίσκεται και η καρδιά του ζητήματος.
Για να μπορέσει να τελεσφορήσει νικηφόρα
ο αγώνας τόσο στο Άλτερ όσο και στα
υπόλοιπα ΜΜΕ που βρίσκονται ή θα βρεθούν
σύντομα στην ίδια κατάσταση χρειάζεται
η αποφασιστική και συνολική σύγκρουση
με τις πολιτικές του μνημονίου. Σε έναν
κλάδο της παραγωγής όπου οι ιδιοκτήτες
δεν φέρουν μόνο τη διαχρονική ευθύνη
για τη διαμόρφωση και τη διόγκωση των
φαινομένων που οδήγησαν στη χρεωκοπία,
αλλά είναι οι ίδιοι που παρέχουν αμέριστη
στήριξη στην κυβέρνηση, την τρόικα και
την εν γένει πολιτική της ΕΕ και του
ΔΝΤ.
Το ερώτημα που αβίαστα
προκύπτει είναι αν μπορεί μετά από ένα
τρίμηνο συνεχών κινητοποιήσεων να
υπάρξει αυτή η νικηφόρα κατάληξη στον
αγώνα του Άλτερ. Η αγωνιστικότητα και
η διάρκεια του αγώνα δικαίως δίνουν
στο Άλτερ το χαρακτηρισμό μιας
«Χαλυβουργίας του Τύπου». Υπάρχει θετικό
κεκτημένο καθώς από την έναρξη των
κινητοποιήσεων εδώ και 22 μήνες, με τη
δράση των πιο αγωνιστικών και πρωτοπόρων
τμημάτων των εργαζομένων επιτεύχθηκε
η ενότητα στη δράση και στη διεκδίκηση
των βασικών στόχων.
Η άρση των διαχωρισμών
και των ανταγωνισμών μεταξύ δημοσιογράφων
– τεχνικών – διοικητικών επιτεύχθηκε
μετά κόπων και βασάνων στο έδαφος ενός
κοινού αδιεξόδου και φυσικά δεν έχει
παγιωθεί ακόμη ως συνολική αντίληψη.
Εντούτοις όλες αυτές οι προσπάθειες
έχουν ενοσχύσει σε πολύ μεγάλο βαθμό
της συλλογικότητα και την εσωτερική
αλληλεγγύη, γεγονός που αποτελεί
σημαντική παρακαταθήκη για την επόμενη
μέρα.
Το σημαντικότερο ίσως θετικό
στοιχείο που προέκυψε ήταν ο κοινωνικός
αντίκτυπος, η «προστιθέμενη αξία» σε
κοινωνικό επίπεδο που δημιούργησαν τα
μηνύματα των καρτών, τα απεργιακά δελτία,
το άνοιγμα της συχνότητας στους
αγωνιζόμενους κλάδους και επιχειρήσεις
και τα ανάλογου περιεχομένου βίντεο
που παίζουν όλο αυτό το διάστημα
αποκαλύπτουν πτυχές της νέας βαρβαρότητας
του μνημονίου στους εργασιακούς χώρους
του Τύπου αλλά και πολύ πέραν αυτού. Η
διαδικασία αυτή πραγματικά κινήθηκε
σε πρωτοποριακό επίπεδο πρωτοφανές
για τα ελληνικά ηλεκτρονικά ΜΜΕ και
αποτελεί την «τροχιοδεικτική βολή»
για ένα μέλλον στο οποίο οι εργαζόμενοι
θα κατέχουν τα μέσα παραγωγής και θα
τα διαχειρίζονται οοι ίδιοι.
Εξίσου
σημαντική πλευρά συνδεμένη σε μεγάλο
βαθμό με τα προηγούμενα, είναι η ανάπτυξη
ενός πρωτοφανούς κύματος αλληλεγγύης
και συμπαράστασης σε υλικό και ηθικό
επίπεδο, γεγονός που συνέβαλε στη
διάρκεια και τη μακροημέρευση της
κινητοποίησης και έδωσε ένα σημαντικό
παράδειγμα για το πώς πραγματώνεται
στην πράξη η αλληλεγγύη σε κάθε εργατικό
αγώνα. Ωστόσο όλα αυτά αποτελούν τις
αναγκαίες αλλά όχι απαραιτήτως και
ικανές συνθήκες για τη νικηφόρα κατάληξη
του αγώνα. Αυταπάτες για επιστροφή σε
μια κατάσταση με τα χαρακτηριστικά της
«ευημερίας» του άμεσου παρελθόντος
έστω και κάπως κουτσουρεμένα, η κόπωση
και η παθητικότητα μετά από ένα τόσο
μεγάλο διάστημα αγώνων αποτελούν ασφαλώς
ανασχετικούς παράγοντες.
Η βασική
τροχοπέδη ωστόσο εντοπίζεται στην
αδυναμία των πλέον ενεργών και πρωτοπόρων
δυνάμεων να δώσουν ένα συνολικό χαρακτήρα
στην αντιπαράθεση με τους ιδιοκτήτες.
Να κάνουν το αποφασιστικό βήμα συγκρότησης
ενός μετώπου απέναντι στην εργοδοτική
αυθαιρεσία ώστε να μετατραπεί ένας
κατά βάση αμυντικός αγώνας σε αγώνα
προοπτικής με σαφή χαρακτηριστικά
ενίσχυσης των εργατικών θέσεων. Σε έναν
αγώνα που θα διαμηνύει σε εκδότες και
καναλάρχες ότι όπως θα υπάρχουν ΜΜΕ την
επόμενη ημέρα έτσι θα υπάρχουν και οι
εργαζόμενοι ως προυπόθεση για τη
λειτουργία των ίδιων των Μέσων. Εργαζόμενοι
οι οποίοι δεν θα είναι μίας χρήσης,
ανασφαλείς και ελαστικά απασχολούμενοι,
αλλά εργαζόμενοι με πλήρη δικαιώματα
και αξιοπρεπείς μισθούς.
Σε ένα δεύτερο
επίπεδο χρειάζεται άμεσα και αποφασιστικά
το άνοιγμα του αγώνα και ο συντονισμός
με τους υπόλοιπους αγωνιζόμενους κλάδους
και φυσικά όσα ΜΜΕ βρίσκονται σε
αγωνιστικό αναβρασμό για την ανακοπή
της επίθεσης από κυβέρνηση και τρόικα.
Το κρίσιμο και ζητούμενο από τις
επαναστατικές δυνάμεις του χώρου είναι
να μπορέσουν να δώσουν σε αυτή τη μάχη
εκτός από συνολικά χαρακτηριστικά το
πνεύνα της ολικής ρήξης και ανατροπής
τόσο στο μερικό των χώρων εργασίας όσο
και στο γενικό που αφορά τους συνολικούς
πολιτικούς συσχετισμούς. Ως προς αυτήν
την κατεύθυνση υπάρχει πολύς δρόμος
να διανυθεί και πολλές αδυναμίες και
λάθη να διορθωθούν. Αξίζει τον κόπο
πάντως να κάνουμε την προσπάθεια σε μια
εποχή όπου όλα τα επίδικα κοινωνικά
ζητήματα είναι ανοιχτά και ζητούν
ρηξικέλευθες απαντήσεις.
Μάκης Γεωργιάδης
Δημοσιογράφος,
εργαζόμενος στο Άλτερ
Από το 7ο τεύχος της εργατικής εφημερίδας
ΔΡΑΣΗ που κυκλοφορεί