του
Ραούλ Βανεγκέμ
Τι χρειαζόμαστε
περισσότερο; Ευαίσθητη νόηση του κόσμου
και ατομική δημιουργικότητα. Πρέπει ο
καλλιτέχνης που υπνώττει μέσα στον
καθένα να αφυπνιστεί, προκειμένου να
ανακαλύψει ότι αυτό που νοηματοδοτεί
το έργο του πέρα και έξω από το ίδιο –με
την πολυμορφία που εκφράζεται, στη
ζωγραφική, τη μουσική, τη λογοτεχνία,
την αρχιτεκτονική, την ανθοκομική
διακόσμηση, τη μαγειρική προετοιμασία,
την ένδυση, την κηπουρική...– είναι η
τέχνη της ζωής της οποίας αποτελεί το
προσχέδιο. Η δημιουργία δεν πρέπει να
είναι στην υπηρεσία του μηδενός, ούτε
της αγοράς ούτε των ιδεών ούτε ενός
κοινωνικού προγράμματος. Αρκεί να
υπάρχει και να συνειδητοποιεί τη μυστική
δύναμή της. Είναι η πραγματική ποίηση
της ύπαρξης. Σήμερα που καταρρέει αυτός
ο παλιός κόσμος που πάντοτε μας λεηλατούσε,
αυτή η ποίηση αναδύεται για να μας σώσει
από το ναυάγιο, οδηγώντας μας στα εύφορα
εδάφη του ζωντανού. Εκεί όπου δεν
επιβιώναμε παρά σαν θηρία, θα μάθουμε
να ζούμε ως ανθρώπινα όντα.
Για να ανακτήσουμε τα
πάντα από τη βάση, πρέπει να προσπαθήσουμε
να βελτιώσουμε την καθημερινή ζωή των
ατόμων και της συλλογικότητας, πρωταρχική
συνθήκη ώστε η συλλογικότητα (η κομμούνα)
να μην υποχωρήσει στον κοινοτισμό
(εθνικισμό, τοπικισμό, φυλετισμό), ούτε
στην αναδίπλωση στον εαυτό, δηλαδή στον
ατομικισμό, ο οποίος τείνει πάντοτε να
επιστρέφει στο παρελθόν για να αναστήσει
τη βαρβαρότητα.
Όταν το κοινωνικό και
η συνείδηση της αλληλεγγύης υπερισχύουν,
οι εθνικές, θρησκευτικές, γλωσσικές,
πολιτισμικές διαφορές εξαλείφονται
άμεσα. Στην κοινωνική σύγκρουση, όλος
ο κόσμος μιλάει την ίδια γλώσσα, αυτήν
που εκφράζει την οικουμενική θέληση
και την προσδοκία για μια καλύτερη ζωή.
Είδαμε πώς ο καταναλωτισμός
περιέβαλε τον προλετάριο των εργοστασίων
και των γραφείων με τα καινούργια ρούχα
του καταναλωτή. Η παλιά εργατική
ριζοσπαστικότητα σιγά σιγά εξαϋλώθηκε
από το φόβο της απώλειας ασήμαντων
αγαθών επιβίωσης στα οποία οι υπεραγορές
«παρέχουν» πρόσβαση, έναντι αντιτίμου.
Σε μια οικονομία που
κυριαρχείται από την αγορά, το έχειν
είναι πιο σημαντικό από το είναι, η
ποσότητα πιο σημαντική από την ποιότητα,
η επιβίωση πιο σημαντική από την
πραγματική ζωή. Για να θεμελιώσουμε την
κοινωνία σε νέες βάσεις, πρέπει να
δώσουμε προτεραιότητα στο είναι, στην
ποιότητα, στη ζωή που βιώνεται ως
περιπέτεια έμπλεη έρωτα και πάθους.
Ο Φουριέ, διερωτώμενος
για το πώς θα ήταν μια αρμονική κοινωνία,
καταφεύγει σ’ ένα παράδειγμα που αξίζει
να στοχαστούμε. Οι πλούσιοι που προσχωρούν
στο φαλανστήριο [κοινόβιο ακτημόνων],
διαθέτουν τραπέζια όπου λόγω του πλούτου
τους σωρεύονται τα πιο εκλεκτά εδέσματα.
Οι φτωχοί, αντίθετα, αρκούνται σε πιο
λιτά πιάτα, αλλά τρώνε και πίνουν με
μεγαλύτερη χαρά και όρεξη από τους
πλούσιους που είναι συγκεντρωμένοι
γύρω από τα επιτηδευμένα τραπέζια τους.
Έτσι, σιγά σιγά, οι εύποροι προύχοντες
εγκαταλείπουν την πληκτική συντροφιά
των οικείων τους για να πάνε να μοιραστούν
τις απολαύσεις και τη συν-τροφικότητα
που κυριαρχούν στο τραπέζι των φτωχών.
Όσο πιο ελκυστικές
καταστούν οι συνελεύσεις άμεσης
δημοκρατίας και οι συλλογικότητες που
διαμορφώνονται –καθότι πιο ανθρώπινες,
πιο εφευρετικές, πιο ζωντανές–, τόσο
θα ροκανίζουν το έδαφος κάτω από τα
πόδια του φιλάνθρωπου λαϊκισμού και θα
παρέχουν στον καταναλωτή (τον οποίο η
αυξανόμενη φτωχοποίηση θα απογοητεύει
και θα εξοργίζει) νέα εδάφη, ζώνες
απελευθερωμένες από το εμπόρευμα, το
φόβο, τη δουλοπρεπή υποταγή στις δυνάμεις
του χρήματος
και στην εξουσία των
δημαγωγών που τις χειραγωγούν για να
παίζουν τους φύρερ και να τις καταστρέφουν
κι άλλο...
Η γη και οι φυσικοί
πόροι ανήκουν στις ανθρώπινες
συλλογικότητες, όχι στις χρηματοοικονομικές,
κρατικές, εθνικιστικές, τεχνοκρατικές
και φυλετικές μαφίες. Η γη ανήκει σε
αυτούς που προσπαθούν να την κάνουν
καλύτερη.
Η βάση της ζωντανής
κοινωνίας είναι η αυτοδιεύθυνση και η
δημιουργική ανάπτυξη των φυσικών μορφών
ενέργειας.
Πρέπει να ανακτήσουμε
τα πάντα από τη βάση, να υφάνουμε ξανά
την κοινωνία με το νήμα μιας ομοσπονδίας
αυτόνομων και δημιουργικών ατόμων.
Είναι προφανές ότι στο δρόμο και στην
καθημερινή ζωή των ανθρώπων συντελούνται
οι μεγάλες αλλαγές τις οποίες βιώνει η
Ελλάδα και οι οποίες προαναγγέλλουν
αυτό που πρόκειται να συμβεί στον
υπόλοιπο κόσμο. Όμως, αν ο δρόμος είναι
το θέατρο των συγκρούσεων με τις δυνάμεις
της τάξης, οι οποίες συντηρούν την αταξία
που
έχουν ανάγκη όλες οι
εξουσίες για να κυριαρχούν (περιλαμβανομένων
των αριστερών και λαϊκιστών μικρών
αρχηγών), είναι επίσης ένα έδαφος όπου
τα άτομα συγκεντρώνονται για να
αποφασίσουν γι’ αυτά που θα μπορούσαν
να βελτιώσουν την ύπαρξή τους. Ωστόσο,
αρκούμαστε να δείχνουμε τις «βιαιότητες»
στους δρόμους, χωρίς να δείχνουμε μια
βία λιγότερο θεαματική αλλά πιο επικίνδυνη
για το κράτος και τις χρηματοοικονομικές
μαφίες: τα εγχειρήματα των συνελεύσεων
άμεσης δημοκρατίας, τα
σκιρτήματα αυτοδιαχείρισης, τις
καταλήψεις εργοστασίων, τους αγώνες
για την υπεράσπιση του περιβάλλοντος,
τα κινήματα του τύπου «Να μην πληρώνουμε
πια!».
Απόσπασμα από
τις Συνοπτικές
Σημειώσεις που γράφτηκαν από τον
Ραούλ Βανεγκέμ ως πρόσκληση για συζήτηση
με τις συντρόφισσες και τους συντρόφους
στην Ελλάδα. Μεταφράστηκαν από την Εύη
Παπακωνσταντίνου και εκδόθηκαν από τις
Εκδόσεις των Ξένων τον Οκτώβριο του
2013.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου