Του ΦΩΤΗ ΤΕΡΖΑΚΗ
Το μικρό αυτό βιβλίο, το πρώτο τού συγγραφέα του (παρότι ο ίδιος έχει μακρά σταδιοδρομία και πείρα στον κινηματικό χώρο), θα μπορούσε να το διαβάσει επίσης κάποιος ως ένα «μανιφέστο της Πλατείας Συντάγματος». Θέλω να πω με αυτό, είναι καρπός της μεγάλης λαϊκής κινητοποίησης που κορυφώθηκε τον Ιούνιο του 2011 ενάντια στις μεθοδεύσεις μιας επικίνδυνης ελληνικής κυβέρνησης που παραδίνει τη χώρα σιδηροδέσμια στις επιταγές του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας, κατ’ εντολήν του διευθυντηρίου των Βρυξελλών, για την έσχατη λεηλασία από τα κεφαλαιοκρατικά αρπακτικά. Το κίνημα αυτό, ετερόκλητο και σε προφανή αδυναμία να επεξεργαστεί στρατηγικούς στόχους, έφτασε στο αποκορύφωμα και την πτώση του, μέσα σ’ έναν παροξυσμό ανελέητης καταστολής, στις δραματικές 28 και 29 του μηνός· η συσσωρευμένη του εμπειρία ωστόσο έχει να επιδείξει ορισμένα στοιχεία πρωτόγνωρα στην κουλτούρα της ελληνικής ακροαριστεράς, που εύχεται κανείς να γίνουν έναυσμα για πολιτική ωρίμανση των πιο ευαίσθητων τουλάχιστον ομάδων της κοινωνίας.
Ένα σύνθημα πρυτάνευσε σε αυτές τις κινητοποιήσεις, σε τέτοιον βαθμό και από τόσο διαφορετικά στόματα που γεννιούνται εύλογες επιφυλάξεις για τη σοβαρότητα και, κυρίως, για τον βαθμό κατανόησής του απ’ όλους εκείνους οι οποίοι μ’ ευκολία και σε κάθε θεμιτό ή αθέμιτο συμφραζόμενο το επικαλούνταν: το σύνθημα της «άμεσης δημοκρατίας». Αναπόφευκτα, η λεκτική κατάχρηση πυροδότησε εύλογους ––και κάποτε αρκετά οξείς–– αντιλόγους, ιδίως από την πλευρά των συντηρητικών επικριτών της αυθόρμητης κινητοποίησης, χωρίς να εξασφαλίζεται ότι οι ίδιοι κατανοούσαν καλύτερα το νόημά του. Υπάρχει ανάγκη λοιπόν να αποσαφηνιστεί τί είναι αυτό για το οποίο μιλάμε, και το βιβλίο-μπροσούρα του Γιώργου Λιερού υπηρετεί σοβαρά αυτό τον σκοπό. Γραμμένο σε ύφος θερμό και διακηρυκτικό, επιχειρεί προπαντός να εντάξει την έννοια μέσα στη μεγάλη απελευθερωσιακή νεωτερική παράδοση, που έχει ως εμβληματική αφετηρία την Κομμούνα του Παρισιού (αν όχι την ίδια τη Γαλλική Επανάσταση), διαφυλάσσεται στην κιβωτό τού αναρχισμού και του συμβουλιακού κομμουνισμού και τροφοδοτεί όλα τα σύγχρονα χειραφετησιακά και αντικαπιταλιστικά κινήματα.
Μοιάζει αυτονόητο, αλλά δεν είναι. Διότι η πρώτη σοβαρή παρανόηση της «άμεσης δημοκρατίας» είναι εκείνη που την εκλαμβάνει ως αίτημα αυτοτελώς πολιτικό – ως μορφή διακυβέρνησης, κατά κάποιον τρόπο, η οποία παραπέμπει λίγο πολύ στο μοντέλο της αρχαίας ελληνικής πόλεως και ιδίως της κλασικής Αθήνας. Υπήρξαν έως και κάποιοι που θέλησαν να συρρικνώσουν την έννοια της άμεσης δημοκρατίας στη δημοψηφισματική μορφή (!) για να καταλήξουν, προβλεπόμενα, στην καταγγελία της ως μίας μορφής οιονεί ολοκληρωτισμού όπου οι προκαταλήψεις της πλειοψηφίας μπορούν να επιβληθούν τυραννικά σε ευάλωτες μειονότητες.1 Στο πλαίσιο της τελευταίας αυτής ρητορικής, η έκκληση περί ενός «κράτους δικαίου» υπεράνω του λαϊκού σώματος κατάγεται απευθείας από την απολογητική της Πεφωτισμένης Δεσποτείας (αυτό ακριβώς, αν δεν απατώμαι, ήταν το επιχείρημα του Καντ…). Η λογική αυτή είναι βεβαίως μολυσμένη από τη νεωτερική, αστικοφιλελεύθερη αντίληψη περί «δημοκρατίας», καθοριστικότερο συστατικό τής οποίας δεν είναι τόσο η αρχή της αντιπροσωπευτικότητας όσο η αρχή του διαχωρισμού ανάμεσα σε πολιτική μορφή και κοινωνικό ––οικονομικό ή άλλο–– περιεχόμενο (σύμπτωμα της οποίας είναι ο διχασμός του αστικού υποκειμένου σε bourgeois και citoyen).
Αν κατανοήσουμε αυτό, θα καταλάβουμε γιατί και η προσφυγή στο παράδειγμα της ελληνικής πόλεως δεν αρκεί για να προσδιορίσουμε ένα νεωτερικό περιεχόμενο της «άμεσης δημοκρατίας». Η μετάβαση από την αρχαιοελληνική στις νεωτερικές αντιλήψεις περί δημοκρατίας είναι ακριβώς η μετάβαση από ένα σύστημα σύγκλησης ολόκληρου του πολιτικού σώματος κι εναλλασσόμενης «δια κληρώσεως» συμμετοχής στα αξιώματα στην αρχή τής «αντιπροσωπευτικότητας» που εγκαινιάζει μια ολοένα διευρυνόμενη αποξένωση ανάμεσα σε κυβερνώντες και κυβερνώμενους (η ουσία του σχηματισμού «κράτος»). Όμως ο διαχωρισμός ανάμεσα σε πολιτική μορφή και κοινωνικό περιεχόμενο υπάρχει ήδη εν σπέρματι στο ελληνικό πολιτικό μόρφωμα (η διάκριση οίκος/πόλις) που συνυφαίνεται με τον σαφώς ταξικό χαρακτήρα της πατριαρχικής και δουλοκτητικής ελληνικής κοινωνίας. Δηλαδή: ακόμη και αν ορθά προσφεύγουμε στην ελληνική δημοκρατία προκειμένου ν’ ασκήσουμε κριτική στις σύγχρονες μορφές πολιτικής αποξένωσης, μέχρι ποιου σημείου μπορούμε να επιμείνουμε σε ένα παράδειγμα ταξικής κοινωνίας ως πρότυπο για μία αταξική κοινωνία; Διότι αυτό είναι το νόημα της άρσης του διαχωρισμού ανάμεσα σε πολιτική μορφή και κοινωνικό περιεχόμενο, και αυτό είναι τα νόημα που πρέπει να αποδώσουμε σήμερα στον όρο «άμεση δημοκρατία»: προϋπόθεση για τη συμμετοχή όλων στη λήψη αποφάσεων ––άρση της διάκρισης κυβερνώντων/ κυβερνωμένων–– είναι μια σχετική ισότητα ισχύος, άρα και οικονομικής δύναμης, που είναι αδύνατη χωρίς την κατάργηση των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων παραγωγής. Η δημοκρατία είτε θα είναι μία μορφή κομμουνισμού είτε δεν θα υπάρχει καθόλου.
Αυτό ακριβώς, κατά τη γνώμη μου, είναι που καθιστά σαφές η ανάλυση του Γ. Λιερού. Διαχωρίζει προσεκτικά τα παραδείγματα της αρχαίας ελληνικής (και υστερομεσαιωνικής) πόλεως, του πρώιμου φιλελευθερισμού και της υστεροκαπιταλιστικής ολοκληρωτικής «δημοκρατίας», και συνυπολογίζει ένα ακόμα ιστορικό παράδειγμα μεγάλης αξίας – τις αρχαϊκές, «ακέφαλες» λεγόμενες, φυλετικές κοινωνίες. Διορατικά λέει επ’ αυτού: «Η άμεση δημοκρατία είναι ο παλαιότερος και μακροβιότερος τύπος του πολιτεύεσθαι. Επικράτησε κατά το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του ανθρώπινου πολιτισμού, ο οποίος έχει ηλικία μερικών δεκάδων χιλιάδων ετών· το Κράτος […] είναι πολύ νεώτερο, ξεκίνησε μόλις 5-6.000 χρόνια πριν. Η άμεση δημοκρατία ήταν ο τρόπος οργάνωσης των αρχαϊκών κοινωνιών που ανθούσε σε ένα μεγάλο μέρος του πλανήτη ακόμα και πριν λίγους αιώνες. Έχει σημαδέψει βαθιά το είδος μας και θα μπορούσε να θεωρηθεί “ειδολογικό” μας χαρακτηριστικό» (σελ. 23-24). Προσφεύγοντας εν παρόδω στον Μαρξ, στη Λούξεμπουργκ, στον Γκράμσι, στην Χάννα Άρεντ, δείχνει ως δεσμευτικό περιεχόμενο της άμεσης δημοκρατίας την «κατάργηση» της εργατικής τάξης, δηλαδή την απολύτρωση ενός τεράστιου μέρους τής ανθρωπότητας από τη μισθωτή εργασία. Τέλος, με την πεποίθηση ότι «το σύστημα των συμβουλίων είναι η μορφή άμεσης δημοκρατίας που ενδείκνυται στα μεγέθη και την περιπλοκότητα μιας σύγχρονης κοινωνίας» (σελ. 36), υποδεικνύει οργανωτικά σχήματα για τις λειτουργίες της άμεσης δημοκρατίας σε ριζοσπαστικές κοινότητες, μέσ’ από συνελεύσεις επάλληλων βαθμίδων, ομάδες εργασίες και γενικό συμβούλιο, με αιρετούς εκπροσώπους και οριζόντιες μορφές επικοινωνίας. «Μακροπρόθεσμα», γράφει, «στην κατεύθυνση μιας ελεύθερης ανθρωπότητας, τα έθνη-κράτη θα πρέπει να δώσουν τη θέση τους όχι σε υπερεθνικές αλλά σε υποεθνικές πολιτικές οντότητες (πόλεις, περιφέρειες, ομοσπονδίες ανεξάρτητων τοπικών κοινοτήτων, κτλ.). Πάρα πολλοί λαοί, ένας μεγάλος πλούτος από διακριτούς πολιτισμούς, θα απάρτιζαν μια ελεύθερη ανθρωπότητα» (σελ. 37).
Μία από τις καλύτερες στιγμές του βιβλίου είναι εκεί που, προς το τελευταίες σελίδες, ασκώντας αυστηρή κριτική στους Negri και Hardt και στις επιπόλαια επεξεργασμένες έννοιές τους περί «νομαδισμού» και «απεδαφικοποίησης», καταδεικνύει τη σημασία της γης και του τόπου για τη θεμελίωση μιας βιώσιμης αυτονομίας και, άρα, δημοκρατίας… Και βεβαίως, ένα σταθερά επανερχόμενο μοτίβο σε όλο το μήκος της πραγμάτευσης είναι η ισχυρή έμφαση στην ατομικότητα, που (πρέπει να) εννοείται ως προϋπόθεση και όχι ανταγωνιστής κάθε αυθεντικού κοινοτισμού: «Παρουσιάσαμε την άμεση δημοκρατία όχι μόνο σαν μια μορφή πολιτειακής οργάνωσης αλλά επίσης σαν ένα αξιακό σύστημα, σαν μια αντίληψη για τον άνθρωπο, σαν μια πρόταση πολιτισμού η οποία έχει βαθιές ρίζες στην ανθρώπινη ιστορία. Η άμεση δημοκρατία θέτει στο κέντρο τον άνθρωπο ως πρόσωπο, ως μοναδικό άτομο, ατομική κοινοτική ύπαρξη» (σελ. 56).
Σημειώσεις
1. Βλ. χαρακτηριστικά την ανάρτηση «Η άμεση δημοκρατία είναι ολοκληρωτισμός» (1/6/20110) του δικηγόρου Βασίλη Σωτηρόπουλου στον αντιδραστικό δικτυότοπο protagon.gr.
Η παρουσίαση του βιβλίου του Γιώργου Λιερού "Σκέψεις για την άμεση δημοκρατία" (Εκδόσεις των Συναδέλφων) γίνεται σήμερα στον Ελεύθερο Κοινωνικό Χώρο Nosotros (Θεμιστοκλέους 66, Εξάρχεια) στις 8 το βράδυ. Ομιλητές: Φώτης Τερζάκης και ο συγγραφέας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου