του
Κώστα Σβόλη
Είναι
να απορεί κανείς με το πόσο κοντόφθαλμη
μπορεί να είναι η Αριστερά στις μέρες
μας. Όταν μέσα από την απαγόρευση και
του ρατσιστικού συσσιτίου που προσπάθησε
να πραγματοποιήσει η Χρυσή Αυγή δεν
μπόρεσε να διακρίνει ότι μονάχα ενάντια
στην Χρυσή Αυγή δεν ήταν αυτή η προφανώς
σχεδιασμένη από την κυβέρνηση κίνηση.
Δεν
χρειάζεται πολύ σκέψη για να καταλάβει
κανείς ότι η συγκεκριμένη κίνηση είναι
καταρχάς προσχηματική ως προς την
καταπολέμηση της ρατσιστικής βίας και
την αντιμετώπιση της ανάδυσης του
φασιστικού φαινομένου στην Ελλάδα. Όσο
και αν θέλει ο Καμίνης, και μέσω αυτού
ολόκληρη η τρικοματική κυβέρνηση, να
παρουσιαστεί ως φορέας υπεράσπισης των
ανθρώπινων δικαιωμάτων και των διεθνών
συμβάσεων, η πραγματικότητα είναι
τελείως διαφορετική.
Δεν
μπορούμε και δεν πρέπει να ξεχάσουμε
ότι το ίδιο το κράτος, είναι ο φορέας
της επίσημης ρατσιστικής πολιτικής, η
οποία σχεδόν έριξε στην πυρά της
οροθετικές εκδιδόμενες γυναίκες ένα
χρόνο πριν, που ποτέ δεν σταμάτησε να
οργανώνει σκούπες απέναντι
στους μετανάστες και μάλιστα τους
τελευταίους μήνες να τις επεκτείνει
στους εξαρτημένους και τους άστεγους,
που όλη η μεταναστευτική πολιτική του
εξαντλείται στη δημιουργία στρατοπέδων
συγκέντρωσης με άθλιες συνθήκες
εγκλεισμού. Δεν μπορούμε και δεν πρέπει
να ξεχάσουμε ότι ήταν ο Λοβέρδος ως
υπουργός Υγείας που χαρακτήρισε τους
μετανάστες “υγειονομική βόμβα” και ο
σημερινός πρωθυπουργός Σαμαράς που
προεκλογικά έβαλε σαν στόχο “να
ανακαταλάβουμε τις πόλεις από τους
μετανάστες”. Δεν μπορούμε και δεν πρέπει
να ξεχάσουμε ότι στον δικό τους κόρφο
εκκολάφτηκε το αυγό του φιδιού της
Χρυσής Αυγής.
Αν στην
πραγματικότητα η κυβέρνηση και ο δήμαρχος
Αθηναίων ήθελαν να ορθώσουν τοίχος
απέναντι στο ρατσιστικό μίσος που η
Χρυσή Αυγή έχει αναλάβει να εκπροσωπήσει
πολιτικά, θα προσπαθούσαν να συλλάβουν
τα μέλη και τους οπαδούς της Χρυσής
Αυγής όταν αυτοί στήνουν ενέδρες στους
μετανάστες και κάνουν νυχτερινές
καταδρομικές στα σπίτια τους (“Κρυπτεία”,
τις έχει κατονομάσει ο βουλευτής της
Χ.Α. Κασιδιάρης). Θα απέσυραν την αστυνομική
συνεργασία και προστασία αλλά και τη
δικαστική ασυλία που απολαμβάνουν οι
Χρυσαυγίτες σε μια σειρά από βίαιες
επιθέσεις σε μετανάστες, αντιφασίστες
και νεολαίους, σε εισβολές σε νοσοκομεία,
σε καταυλισμούς ρομά, σε συνοικίες και
χωριά της μειονότητας. Θα διάτασσαν
έρευνες για τις σχέσεις μελών της Χ.Α
με την εγκληματική οικονομία, τα κυκλώματα
προστασίας και άλλες τόσες “πατριωτικές”
πρακτικές. Θα κινητοποιούσαν τους
ελεγκτικούς μηχανισμούς για να
αντιμετωπίσουν την καταναγκαστική
εργασία τύπου Μανωλάδας που ανθεί στην
ελληνική επαρχία.
Αντίθετα,
η συγκεκριμένη κίνηση της απαγόρευση
του ρατσιστικού συσσιτίου άλλους στόχους
εξυπηρετεί. Να διασκεδάσουν τις ανησυχίες
που υπάρχουν στο εξωτερικό και στα
επιτελεία της Ε.Ε σε σχέση με την άνοδο
της απήχησης της Χρυσής Αυγής. Να
αναθερμάνουν τη θεωρία των δύο άκρων,
από τα οποία τάχα κινδυνεύει η δημοκρατία
και να παρουσιαστούν ως εγγυητές της
κοινωνικής συνοχής (αυτοί που κατάφεραν
μέσα σε τρία χρόνια να τριπλασιάσουν
την ανεργία σχεδόν στο 30% και να μειώσουν
μισθούς και συντάξεις ώς και 60%). Να
ξαναθέσουν στο επίκεντρο της ζήτημα
της νομιμότητας ως βασικό κριτήριο και
αξία της δημόσια ζωής και της πολιτικής
δράσης. Ό,τι δεν είναι νόμιμο, δεν έχει
άδεια, δεν τηρεί τα συγκεκριμένα
νομοθετημένα πλαίσια θα πατάσσεται.
Ο
πραγματικός στόχος του κράτους
Αν
κοιτάξουμε πίσω από τις γραμμές, το
κράτος επιχειρεί μέσω της νομιμότητας
να ελέγξει ξανά την πολύμορφη κοινωνική
δραστηριότητα που αναπτύσσεται στο
πεδίο της κοινωνικής αλληλεγγύης και
αντίστασης, να την περιορίσει σε εκείνα
τα ακίνδυνα πλαίσια της φιλανθρωπίας
και του εθελοντισμού “με άδεια” και
να την αποστειρώσει από το ριζοσπαστικό
και αντισυστημικό της περιεχόμενο. Αν
ξεκινάει αυτή του τη στρατηγική από την
απαγόρευση του ρατσιστικού συσσιτίου
της Χ.Α., αυτό έχει να κάνει καθαρά με
λόγους ταχτικής και αποπροσανατολισμού.
Ξέρει ότι με αυτή την κίνηση θα έχει, αν
όχι την υποστήριξη, τουλάχιστον την
ανοχή αυτών στους οποίους ενάντια, στην
πραγματικότητα, θα στραφεί η επιχείρηση
“τάξη και ηθική”, γιατί ο “νόμος πρέπει
να εφαρμόζεται το ίδιο για όλους”. Όσοι
από την αριστερά βιάστηκαν να χαρούν
και να χαιρετίσουν την “αντιφασιστική”
στάση του Καμίνη δεν σκεφτήκανε ότι
ακριβώς κάτω από το ίδιο πλαίσιο
“νομιμότητας” αύριο θα ποινικοποιηθούν
οι κινήσεις χωρίς μεσάζοντες, οι
συλλογικές κουζίνες, τα χαριστικά
παζάρια, οι γιορτές δρόμου, η συλλογή
και η διανομή τροφίμων από συλλογικότητες
και πρωτοβουλίες κατοίκων, η οικειοποίηση
του δημόσιου χώρου, οι κινητοποιήσεις
και οι διαδηλώσεις, τα αυτοδιαχειριζόμενα
στέκια και οι καταλήψεις.
Όχι πως
εκπλησσόμαστε με τους σχεδιασμούς του
κράτους, δείγματα γραφής αυτής της
στρατηγικής έχουμε πάμπολλα. Από την
προσπάθεια ποινικοποίησης των υπαίθριων
συλλογικών κουζινών, το ξήλωμα των
παγκακιών από τις πλατείες και τους
δημόσιους χώρους, την εκκένωση και την
καταστροφή των καταλήψεων, την προσπάθεια
απαγόρευσης των κινήσεων χωρίς μεσάζοντες
από το Δήμο Αμαρουσίου και Πειραιά, κλπ.
Αυτό
που μας εκπλήσσει είναι η αδυναμία της
αριστεράς να κάνει κριτική και να πάρει
τις αποστάσεις της από τον κίβδηλο
“αντιρατσισμό-αντιφασισμό” τύπου
Καμίνη, και να αναδείξει τους πραγματικούς
στόχους αυτής της στρατηγικής. Την
αδυναμία της να δει τα οφέλη που αποκόμισε
από όλο αυτό το σχεδιασμό η Χρυσή Αυγή,
με το να παρουσιαστεί ως η μόνη
“αντισυστημική” πολιτική δύναμη, την
ώρα που η αριστερά έμπαινε στο πλαίσιο
του “επίσημου πολιτικού κόσμου” και
ταυτιζότανε με το “πολιτικό κατεστημένο”.
Η αδυναμία αυτή προέρχεται, όμως, από
την θεωρητική θέση της αριστεράς απέναντι
στη θεωρία των “δύο άκρων”, υποστηρίζοντας
ότι στην πραγματικότητα υπάρχει ένα
άκρο, η φασιστική Χρυσή Αυγή. Αντίθετα,
όφειλε να έχει την οξυδέρκεια να
υπερασπιστεί τον εαυτό της ως το μόνο
πραγματικό άκρο που αμφισβητεί τον
καπιταλιστικό μονόδρομο της φτώχειας,
της εξαθλίωσης και της βαρβαρότητας.
Τον
αμφισβητεί όμως;
Από το 11ο τεύχος της εργατικής εφημερίδας Δράση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου